Πού ήσουν;

Πού ήσουν τόσα χρόνια;
Πού ήσουν όταν πάλευα με τα θεριά μου;
Πού ήσουν όταν πόναγα;
Τα βράδια που δάκρυζα, πού ήσουν;

Πού ήσουν όταν ονειρευόμουν μόνη;
Πού ήσουν όταν φοβόμουνα στα σκοτάδια μου;
Πού ήσουν όταν δεν ένιωθα ασφάλεια πουθενά;
Ε; πού;

Πού ήσουν όταν με έπεισαν ότι αυτά που ζητάω από τη ζωή, αποκλείεται να τα θέλει κάποιος άλλος;
Πού ήσουν όταν μου λέγανε ότι δεν επιτρέπεται να νιώθω έτσι;
Όταν με περνάγανε για ονειροπαρμένη και ανώριμη, πού ήσουν;

Πού ήσουν όταν προσπαθούσα να βολευτώ σε παγωμένες αγκαλιές;
Πού ήσουν όταν δεν χώραγα;
Κ όταν περίσσευα, πού ήσουν;

Πού ήσουν όταν δεν κούμπωνα πουθενά;
Πού ήσουν όταν έψαχνα δυο μάτια να με χαϊδεύουν και να με αναστατώνουν ταυτόχρονα;
Πού ήσουν όταν αναζητούσα ένα μυαλό να καλπάζει πλάι στο δικό μου;
Πού ήσουν όταν δεν μίλαγα γιατί κανείς δεν θα καταλάβαινε;
Πού ήσουν, γαμώτο;

Πού ήσουν όταν με έκαναν να πιστέψω ότι η ζωή είναι μόνο συμβιβασμός;
Πού ήσουν όταν μου έλεγαν ότι ο έρωτας είναι μόνο για τα παραμύθια;
Όταν έψαχνα αγγίγματα ικανά να μ’ανατριχιάσουν ολόκληρη, πού ήσουν;

Πού ήσουν όταν έψαχνα ζωή όπως την λαχταρούσα εγώ;
Πού ήσουν όταν πάγωσα τα πάντα μέσα μου για να μην νιώθω;
Όταν δε μ ‘ αγαπούσαν όπως χρειαζόμουν, πού ήσουν;

Πού ήσουν όταν δεν είχα κανέναν να προλαβαίνει τις σκέψεις μου;
Πού ήσουν όταν δεν είχα κανέναν να τελειώνει τις φράσεις μου;
Όταν κανείς δεν μου έμοιαζε, πού ήσουν;
Ε; πού ήσουν;

Ετοιμαζόσουν για μένα;

Και τώρα, πού είσαι;
Έρχεσαι;