Θα σου πω πώς είναι να υπάρχεις με Κατάθλιψη… Και λέω “υπάρχεις”, γιατί υποταγμένος από αυτήν, ΔΕΝ ΖΕΙΣ.
Μην θεωρήσεις τυχαίο ότι, μέχρι εδώ, την λέξη “Κατάθλιψη” την γράφω με κεφαλαίο κάπα.
Η γαμώ-Κατάθλιψη είναι, δυστυχώς, κύριο όνομα στην καθημερινότητα κάποιου, όταν υποφέρει από αυτην.
Όταν έχεις κατάθλιψη, λοιπόν, θες να κοιμάσαι. Πολύ.
Γιατί μόνο όταν κοιμάσαι, δεν νιώθεις τον αφόρητο πόνο.
Όταν έχεις κατάθλιψη, ξυπνάς και βλαστημάς την ζωή σου. Ή κλαις απαρηγόρητα. Ή και τα δύο. Μόνος/η σου.
Μερικές φορές εύχεσαι και να μην είχες ξυπνήσεις.
Χωρίς -προφανή- λόγο.
Γιατί η καθημερινότητά σου διαδραματίζεται στον πάτο των καζανιών της Κόλασης. Το εννοώ.
Όταν έχεις κατάθλιψη, περνάς όλη σου την μέρα, συνήθως, δουλεύοντας. ΟΛΗ τη μέρα. Μερικές φορές και την νύχτα.
Γιατί μόνο τότε το μυαλό σου μπορεί να σκέφτεται λογικά. Και έχεις ανάγκη να σκεφτείς λογικά, ρε διάολε.
Όταν έχεις κατάθλιψη, πιστεύεις ότι δεν είσαι σε τίποτα καλός, ούτε καν επαρκής, βασικά.
Θεωρείς, ότι φταις μέχρι και για την υπερθέρμανση του πλανήτη. Μην γελάς. Το εννοώ.
Όταν έχεις κατάθλιψη, έχεις αφόρητες ενοχές για τα πάντα.
Όταν έχεις κατάθλιψη, κάνεις ό,τιδήποτε καταστροφικό για τον οργανισμό σου. Στο τέρμα.
(Συνήθως καταχρήσεις… Υπερφαγία και ακατάσχετο κάπνισμα, ας πούμε…)
Γιατί θες να τον τιμωρήσεις. Γιατί τον σιχαίνεσαι. Γιατί πιστεύεις ότι τίποτα καλό δεν του αξίζει.
Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν θες να κάνεις μπάνιο.
Δεν θες να φτιάξεις τα μαλλιά σου.
Δεν θες να βάψεις το πρόσωπό σου.
Δεν θες να βγεις έξω.
Δεν θες να δεις άνθρωπο. Κανέναν.
Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν θες να σε βλέπεις. ΠΟΥΘΕΝΑ.
Ούτε σε καθρέφτη, ούτε σε φωτογραφίες.
Γιατί βλέπεις μόνο έναν όγκο, σαν να βλεπεις ένα σακί με σκατά. Δεν αναγνωρίζεις αυτό που βλέπεις. Δεν αναγνωρίζεις τίποτα από αυτό που βλέπεις. Και δεν θες να το βλέπεις.
Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν θες να σε ακουμπάνε.
Δεν θες να κάνεις έρωτα.
Δεν θες κανενός τύπου επαφή με άλλο ζώντα οργανισμό.
Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν αντέχεις την ζωή σου. Δεν την θέλεις.
Όταν έχεις κατάθλιψη, σκέφτεσαι τον θάνατο. Μερικές φορές, τον θέλεις κι όλας.
Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν νιώθεις τίποτα, πέρα από αξιοθρήνητος. Και αυτομαστιγώνεσαι.
Είσαι αξιοθρήνητος γιατί αυτομαστιγώνεσαι και αυτομαστιγώνεσαι γιατί είσαι αξιοθρήνητος.
Φαύλος κύκλος. Αέναος.
Όταν αποφασίσεις να παλέψεις με το δαίμονα αυτόν… πρέπει να έχεις πολλά κιλά @ρχίδια.
Είναι εξοντωτικά δύσκολο. Σκαλίζεις με τα ίδια σου τα νύχια, την ψυχή σου μέχρι να βγάλει και την τελευταία σταγόνα του άρρωστου αίματος.
Είναι πολύ χρονοβόρο. Δεν γίνεται από την μία μέρα στην άλλη.
Είναι ενεργειοβόρο. Σε στραγγίζει. Σε γυρνάει ανάποδα. Το μέσα έξω σου. Σε αδειάζει.
Είναι άνισος αγώνας. Ένα χτίζεις, τρία σου γκρεμίζει. Για καιρό.
Είναι ένας πόλεμος που για να τον κερδίσεις πρέπει να χάσεις πολλές μικρές μάχες. Και θέλει επιμονή. Και υπομονή.
Γιατί όταν αποφασίσεις να ζητήσεις βοήθεια, έχεις ήδη βουλιάξει πολύ.
Όταν αποφασίσεις να παλέψεις με την βοήθεια ψυχολόγου, περνάς πολλά στάδια.
Στην αρχή, δεν μπορείς να μιλήσεις.
Μιλάς ασυνάρτητα και χωρίς ειρμό. Γιατί το μυαλό σου είναι ένα κουβάρι και δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις.
Μετά ξεκινάει το κλάμα. Πολύ κλάμα. Χωρίς σταματημό.
Ξερνάς πόνο σε κάθε σου συλλαβή. Πόνο, παράπονα, ματαιώσεις, μοναξιά, εγκατάλειψη. Ξερνάς πόνο. Ακατάπαυστα.
Περνάς την φάση που αμφισβητείς το έργο της ψυχολόγου. Γιατί δεν βλέπεις και “καμμιά βελτίωση”. Συνεχίζεις να πονάς.
Σε αυτή τη φάση… νιώθεις τόσο αδύναμος. Τόσο σκουπίδι. Τόσο άχρηστος. Τόσο άξιος της μοίρας σου.
Απελπίζεσαι. Δεν βλέπεις φως από πουθενά.
Και κάπου εκεί, ανάμεσα στους λυγμούς σου, ένα βροχερό χειμωνιάτικο Σάββατο… ξεστομίζεις στην ψυχολόγο σου:
“Δώσε μου φάρμακα. Δεν αντέχω άλλο. Δεν μπορώ. Δεν την θέλω την ζωή μου. Σε παρακαλώ! Σε εκλιπαρώ. Δεν μπορώ άλλο! Δεν θέλω να ζω. Αν είναι έτσι η ζωή, ΔΕΝ ΤΗΝ ΘΕΛΩ.”
Γιατί όντως δεν αντέχεις άλλο. Δεν έχεις -νομίζεις- άλλη δύναμη να εναντιωθείς στο τέρας. Και όσο αρθρώνεις αυτές τις λέξεις, νιώθεις ακόμα πιο αξιολύπητος.
Και άχρηστος. Και ότι ό,τι συμβαίνει, σου αξίζει.
Και κάπου εκεί, έρχεται η απάντησή της : ” Όχι, δεν θα πάρεις φάρμακα. Θα το παλέψουμε. ΜΑΖΙ. Μέχρι το τέρμα. Θα νικήσουμε. Μπορούμε. ΜΑΖΙ. Είμαι εδώ για σένα. ”
Εκείνο το “Όχι, δεν θα πάρεις φάρμακα.” , εκείνο το “ΜΑΖΙ.”… Ήταν πρώτα σοκ και μετά ανακούφιση.
Το να σου δείχνει κάποιος οτι πιστεύει σε σένα, ότι θα τα καταφέρεις. Και ότι είναι ΜΑΖΙ ΣΟΥ. Όχι απέναντί σου. ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ. ΜΑΖΙ ΣΟΥ.
Ακολουθεί η φάση που αναπνέεις για να έρθει η μέρα της ψυχοθεραπείας. Εθίζεσαι σχεδόν. Μετράς τις μέρες.
Γιατί θες να καταλάβεις όλα τα γιατί που σε έφτασαν σε αυτό το σημείο.
Και μιλάς… Μιλάς, μιλάς.
Ρωτάς.
Λύνεις.
Ξαναδένονται κόμποι.
Ξαναλύνεις.
Παλεύεις.
Ξανά και ξανά και ξανά.
Και μετά… ΞΥΠΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΩΜΑ!
Απότομα. Λες και έγινε σε ένα βράδυ. ΞΥΠΝΑΣ ΚΑΙ ΖΕΙΣ._
Στην Αμαλία που περπάτησε μαζί μου, σχεδόν τρία χρόνια, το πιο σκοτεινό μου μονοπάτι.
Που πίστεψε σε μένα μια περίοδο που δεν πίστευε κανεις, ούτε καν εγώ η ίδια, ότι θα τα καταφέρω.
Χωρίς φάρμακα.
Σ΄εμένα που, τελικά, τα κατάφερα.
Και που, για πρώτη φορά, αλλά όχι τελευταία, με έκανα περήφανη.
Και κατάλαβα πόσο δυνατή είμαι.
Στην δουλειά μου που, τότε, ήταν η μόνη που με κράτησε ζωντανή.
Κυριολεκτικά.
Σ΄όσους, ακόμα, παλεύουν με αυτό το θηρίο, αλλά θα βγουν στο φως…
Δίδυμος με Δίδυμο. Ξεκάθαρο πρόβλημα. || Εθίζομαι σε μυαλά, βλέματα, μυρωδιές, στιγμές και συναισθήματα. Όλα τους ηλεκτρώδη. || Αν δεν είχα χιούμορ, θα ‘χα τουλάχιστον ισόβεια κάθειρξη στην πλάτη. || Πεισματάρα μέχρι αηδίας, αρρωστημένα φιλομαθής, λάτρης της αλήθειας και υπερασπίστρια της ατομικής ελευθερίας. || Μπορώ να δεχτώ ακόμα και ότι το φεγγάρι είναι τετράγωνο, αρκεί να μου το αποδείξεις. || Συνηθέστερα ξεστομίζουσα ερώτηση: Γιατί; || Αν η ζωή μου χώραγε σε μια φράση, αυτή θα ήταν : Δεν ξέρω πώς θα τελειώσει η ιστορία μου, αλλά δεν θα γράφει ΠΟΥΘΕΝΑ “τα παράτησε”.