Δεν υπάρχει τίποτα που δεν πρέπει να πεις στον άνθρωπό σου._

Έχοντας, σχεδόν, πεθάνει και ξαναγεννηθεί,
έχοντας διασχίσει όλη την αιματηρή διαδρομή της προσωπικής μου κόλασης,
κι έχοντας εν τέλει βγει στο εξατομικευμένο μου ξέφωτο,
σου’χω ξαναπεί ότι σιχαίνομαι τα “πρέπει”.
Ειδικά αυτά τα “πρέπει” που σου φύτεψαν οι καταβολές σου,
σχεδόν υποχρεωτικά, σχεδόν dnaϊκά.

Όπως, ας πούμε, ότι στο σύντροφό σου
πρέπει να λες επιλεγμένα τα δεδομένα σου. Τα ζητούμενά σου.
Τα όνειρά σου. Τα αδιαπραγμάτευτά σου.
Τα ευέλικτά σου. Τα αλύγιστά σου.

Η Πολίτισσα γιαγιά μου έλεγε:
” ο άντρας πρέπει να σε ξέρει απ’τη μέση και κάτω. Μόνο.”
Πάντα μου ακουγόταν λάθος.
Τώρα πια το θεωρώ τόσο λάθος που δεν το ακούω καν.
Μα αν σε ξέρει μόνο τμηματικά, αρχικά, δεν σε ξέρει.
Ξέρει αυτά που τον άφησες να μάθει.
Και γι’αυτά θα ενδιαφερθεί. Μόνο. Ιδανικά.
Αν, δε, η αλήθεια σου δεν τον αγγίξει καν,
δε θα ενδιαφερθεί καθόλου.
Άδικο δεν είναι; και για τους δύο άδικο.
Κι ανώφελο. Κατασπατάληση χρόνου.
Αμφίπλευρα.

Εγώ δεν έψαχνα ποτέ τον “άντρα μου”, όπως τον όριζε η γιαγιά μου.
Εγώ έψαχνα πάντα τον άνθρωπό μου.

Κι άνθρωπός σου είναι αυτός
και μόνο αυτός που σε ξέρει μέσα κι έξω.
Που του επέτρεψες να σε διαβάσει.
Που ήξερε και ήθελε να σε διαβάσει.
Που μπόρεσε να σε καταλάβει.
Που δε του ‘κρυψες ποτέ τίποτα.
Που δεν τον προστάτεψες απ’την αλήθεια σου,
όποια κι αν ήταν αυτή.
Που τη σήκωσε στις πλάτες του.
Που την εκτίμησε. Τη σεβάστηκε.
Την αγκάλιασε. Τη βελτίωσε.

Δεν υπάρχει τίποτα που δεν πρέπει
να του πεις, αν όντως είναι ο άνθρωπός σου.
Αν δε μπορείς να του πεις τα πάντα σου,
αν δε βγαίνουν οι λέξεις σου,
αν φρενάρει η λογική σου το συναίσθημά σου,
τότε δεν είναι ο άνθρωπός σου.
Φύγε από ‘κει και συνέχισε να τον ψάχνεις.
Για όλους υπάρχει ο Ένας._